Τίτλος Δημοσίευσης

Παράνομη διακίνηση έργων πολιτιστικής κληρονομιάς: Αντεγκληματική πολιτική προστασίας των έργων ή των διακινητών; – Η προστασία των γραπτών μνημείων

Συγγραφέας

Αθανασία Π. Συκιώτου

Δημοσιευμένη έρευνα

Δημοσιευμένη μελέτη στον τιμητικό τόμο προς τιμήν της Άννας Ψαρούδα-Μπενάκη, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 2008, σσ.1406-1439

Περίληψη

Η παρούσα μελέτη αφορά στη μεγάλη μάστιγα της διακίνησης έργων πολιτιστικής κληρονομιάς, κυρίως συνεπεία κλοπής, έργων που θεωρούνται από τον νόμο αρχαία μνημεία και ειδικότερα περιστρέφεται γύρω από την προστασία των γραπτών μνημείων. Μετά από σύντομη εισαγωγή στην οποία τονίζεται η διαφορά γραπτών και μη γραπτών μνημείων, παρουσιάζεται με συντομία το νομοθετικό πλαίσιο προστασίας τους και η αρμοδιότητα των αρχών σχετικά με την προστασία και διεκδίκηση σε περίπτωση κλοπής, καθώς και η ιδιαιτερότητα της περίπτωσης της παράνομης κατοχής ενός αρχαίου γραπτού μνημείου. Στη συνέχεια αναπτύσσεται η διαδικασία  διεκδίκησης των αρχαίων μνημείων και αναλύονται τα προβλήματα που ανακύπτουν κατά τη διαδικασία αυτή, τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε υπερεθνικό.

Η παράνομη διακίνηση έργων πολιτιστικής κληρονομιάς ανήκει στην ευρύτερη κατηγορία της παράνομης διακίνησης αγαθών (όπλων, ναρκωτικών, κ.λ.π.) και αποτελεί μια από τις πιο κερδοφόρες αγορές σε παγκόσμια κλίμακα. Η ουσιαστική διαφορά από τις άλλες κατηγορίες παράνομης διακίνησης  έγκειται στο ότι χρειάζονται εξειδικευμένες γνώσεις, που δεν τις έχει οποιοσδήποτε εγκληματίας είτε κινείται στον υπόκοσμο, είτε σε ανώτερα στρώματα.

H ανάγκη προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι ζήτημα που απαιτεί διεθνή συνεργασία και κινητοποίηση, γιατί αφορά ολόκληρη την οικουμένη. Σήμερα πλέον, αρχίζουν να πληθαίνουν διεθνώς οι φωνές που διεκδικούν την επιστροφή στην χώρα τους των μνημείων που έχουν μεταφερθεί και πουληθεί παράνομα στο εξωτερικό και τα οποία κοσμούν κατ’εξοχήν τα μεγάλα μουσεία της Δύσης.

Ωστόσο, η συγγραφέας θεωρεί ότι θα’πρεπε οι διατάξεις να προσαρμοστούν στην ουσιαστική προστασία των μνημείων και στην αξία τους, που αυτή δεν έχει σχέση ούτε με την εμπορική τους αξία, ούτε μόνο με την αισθητική τους, αλλά με την αρχαιολογική, ιστορική, πολιτιστική τους αξία τόσο  για τη χώρα την ίδια, όσο και την οικουμένη. Σχετικά με τη δυνατότητα διεκδίκησης και ανάκτησης των αρχαίων μνημείων, υπάρχει δυστυχώς μια μακρά λίστα προβλημάτων τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Η συγγραφέας πιστεύει ότι η διακίνηση των αρχαίων μνημείων πρέπει να θεωρείται πάντοτε παράνομη, γιατί οι συλλέκτες είναι αυτοί που συμβάλλουν στη διακίνηση των έργων. Οι συλλογές αντιπροσωπεύουν το ενδεχόμενο της αποδοχής και διάθεσης μνημείων προϊόντων κλοπής ή προερχόμενων από λαθρανασκαφές και αυτό διαταράσσει την ευρύτητα της γνώσης και της μελέτης της αρχαιολογίας. Τέλος, θεωρεί ότι μόνον εάν η διακίνηση παύσει να υπάρχει θα μπορέσουμε να μιλήσουμε για πραγματική προστασία των μνημείων ως οικουμενικών πολιτιστικών αγαθών που πρέπει να τυγχάνουν διεθνούς προστασίας.