Τίτλος Δημοσίευσης

Έμφυλη Εγκληματικότητα: Μια απόπειρα κριτικής προσέγγισης

Συγγραφέας

Αθανασία Π. Συκιώτου

Μονογραφία

Συμβολή 375 σελ. που περιέχεται στο ευρύτερο έργο: Ν. Κουράκη (επιμ.), Έμφυλη Εγκληματικότητα – Ποινική και εγκληματολογική προσέγγιση του φύλου, [με συμβολές των Ελ. Αποσπόρη, Αθ. Συκιώτου, Φωτ. Μηλιώνη], Β’ έκδοση, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 2009, σσ.83-458

Περίληψη

Με αυτή την εκτενέστατη συμβολή μονογραφικού τύπου 375 σελίδων επιχειρείται για πρώτη φορά στην ελληνική βιβλιογραφία η εγκληματολογική προσέγγιση των εγκλημάτων που ορίζονται στον Ποινικό μας Κώδικα, υπό τον έμφυλο προσδιορισμό τους, δηλ. υπό το πρίσμα του διαχωρισμού των φύλων του δράστη ή του θύματος. Σ’αυτή τη μελέτη γίνεται κατάταξη και μελέτη των εγκλημάτων που περιλαμβάνονται στον Ποινικό Κώδικα, σε μια προσπάθεια προσέγγισης τους από πλευράς Αντεγκληματικής πολιτικής με σκοπό να συναχθούν συμπεράσματα για την αντιμετώπιση των φύλων (ως δράστη ή θύματος).

Η συγγραφέας τονίζει ότι παρόλη την αύξουσα τάση της γυναικείας εγκληματικότητας, ιδίως από τότε που εισήλθε η γυναίκα στον εργασιακό στίβο, η ποσοτική και ποιοτική απόκλιση στην εγκληματική δραστηριότητα των δύο φύλων παραμένει μεγάλη, με τους άνδρες να έχουν την πρωτοκαθεδρία τόσο στον αριθμό όσο και στη βαρύτητα των από αυτών τελουμένων εγκλημάτων. Στην απόκλιση αυτή, θα πρέπει να υπολογίζεται ένα αξιόλογο ποσοστό εγκλημάτων που τελούνται από άνδρες δράστες κατά γυναικών, όπως σωματικές βλάβες (κακοποίηση από συζύγους), αιμομιξίες και βιασμοί, τα οποία παραμένουν άγνωστα για τις αρχές (σκοτεινός αριθμός), γιατί οι γυναίκες δεν καταγγέλλουν εύκολα τα συγκεκριμένα εγκλήματα, λόγω φόβου διασυρμού τους ή αντιποίνων από τους άνδρες/δράστες, κυρίως όταν αυτά τελούνται μέσα στην οικογένεια.

Παρά τη μεγάλη διαφορά μεταξύ της ανδρικής και της γυναικείας εγκληματικότητας, γενική διαπίστωση αποτελεί ότι οι περισσότερες συμπεριφορές που τιμωρούνται ως εγκλήματα από τον Ποινικό Κώδικα είναι άφυλες, άλλες επειδή η αρχική τους διατύπωση ήταν τέτοια κι άλλες μετά από μεταγενέστερη τροποποίηση- αποτέλεσμα ωρίμανσης τόσο του νομοθέτη, όσο και της κοινωνίας. Ωστόσο, ορισμένα από τα εγκλήματα που δεν έχουν ή που απέβαλαν τον κατά νόμο έμφυλο χαρακτήρα τους εξακολουθούν να παραμένουν στην πράξη έμφυλα ως προς τον δράστη τους, τελούμενα αποκλειστικά ή ως επί το πλείστον από άνδρες δράστες κατά γυναικών, γεγονός που αποτελεί «καθρέφτη» των ισχυουσών κοινωνικών δομών και στερεοτύπων.

Μετά την ταξινόμηση των εγκλημάτων κατά τον έμφυλο προσδιορισμό τους, μελετάται και αναλύεται  κάθε έγκλημα ξεχωριστά. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, παρ’όλο που στην εξέταση κάθε εγκλήματος αναλύονται στοιχεία που ενδιαφέρουν και το ποινικό δίκαιο (στοιχεία του εγκλήματος), το βάρος της μελέτης πέφτει στα εγκληματολογικά χαρακτηριστικά των πρωταγωνιστών του εγκλήματος. Επιπρόσθετα, για κάθε εξεταζόμενο έγκλημα παρατίθενται στατιστικά στοιχεία και νομολογία, από τη μελέτη των οποίων συμπληρώνεται η σκιαγράφηση της προσωπικότητας δράστη και θύματος, τουλάχιστον των κυριότερων χαρακτηριστικών τους. Στην αρχή κάθε ενότητας υπάρχει σχετική βιβλιογραφία η οποία παρατίθεται συγκεντρωτικά στο τέλος.

Κατ’αρχάς στην εισαγωγή επιχειρείται μια πρώτη ταξινόμηση των εγκλημάτων σύμφωνα με το φύλο, όπου διακρίνονται:

  • Εγκλήματα άφυλα, κοινά και για τα δύο φύλα, δηλ. των οποίων δράστης ή θύμα ενδέχεται να είναι είτε άνδρας είτε γυναίκα. Μερικά από τα εγκλήματα αυτά που αποτελούν την πλειοψηφία των εγκλημάτων φαίνεται να διαφοροποιούνται στην πράξη, αφού ορισμένα εμφανίζονται στατιστικά να τελούνται κατ’εξοχήν από άνδρες και να στρέφονται κατ’εξοχήν κατά γυναικών, όπως στην περίπτωση π.χ., του βιασμού ή της σωματεμπορίας.
  • Εγκλήματα που έχουν ως αποκλειστικό δράστη γυναίκα, όπως: η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης (όταν η ίδια η κυοφορούσα διακόπτει ανεπίτρεπτα την εγκυμοσύνη της -άρθ.304 παρ.3 περίπτωση 1 ΠΚ) και η παιδοκτονία
  • Εγκλήματα με αποκλειστικό και άμεσο θύμα τη γυναίκα, που εμφανίζονται στον Ποινικό Κώδικα, όπως η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης (άρθ.304 παρ.1, 2 και 3 περίπτωση 2 ΠΚ όταν προκαλείται από τρίτον, αλλά κυρίως όταν προκληθεί βαρεία πάθηση του σώματος ή της διάνοιας της εγκύου ή ακόμη ο θάνατος της (άρθ.304 παρ.2 στοιχείο β ΠΚ), η απατηλή επίτευξη συνουσίας, η εκμετάλλευση πόρνης, η μαστροπεία (άρθ.349 παρ.3 ΠΚ), η ακούσια και εκούσια απαγωγή και η εγκατάλειψη εγκύου.
  • Εγκλήματα με έμμεσο θύμα τη γυναίκα, όπως: σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού, και τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης (έγκλημα που στρέφεται έμμεσα κατά της γυναίκας όταν τελείται από τρίτο πρόσωπο, αν και στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για έγκλημα που στρέφεται κατά του εμβρύου, τόσο όταν διαπράττεται από την ίδια την έγκυο, όσο και όταν τελείται από τρίτο πρόσωπο, ενώ περίπτωση που μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει άμεσο θύμα τη γυναίκα είναι όταν προκληθεί βαρεία πάθηση του σώματος ή της διάνοιας της εγκύου ή ακόμη ο θάνατός της).
  • Εγκλήματα με δράστες και θύματα αποκλειστικά άνδρες, όπως η ασέλγεια παρά φύση,
  • Εγκλήματα με δράστες αποκλειστικά άνδρες και θύματα αποκλειστικά γυναίκες, όπως η ακούσια και η εκούσια απαγωγή, η απατηλή επίτευξη συνουσίας, η εκμετάλλευση πόρνης και η εγκατάλειψη εγκύου.
  • Εγκλήματα με δράστες άνδρες χωρίς άμεσο θύμα. Αυτά θεωρούνται από τη συγγραφέα ως «αυτονόητα έμφυλα» εγκλήματα, δηλ. σ’αυτά ο νομοθέτης δεν αναφέρει το φύλο του δράστη, αλλά πρόκειται για εγκλήματα που αναφέρονται σε ενέργειες ή δραστηριότητες οι οποίες μπορούν να τελεστούν αποκλειστικά από άνδρες, όπως η κατάχρηση εκκλησιαστικού αξιώματος ή τα εγκλήματα που ανάγονται στη στρατιωτική υπηρεσία και στην υποχρέωση για στράτευση.
  • Εγκλήματα «παραδοσιακά ανδρικά», δηλ. με δράστες, αλλά και θύματα κυρίως άνδρες. Πρόκειται για εγκλήματα που ενώ αναφέρονται ως «άφυλα» από τον ΠΚ [με τη χρήση του όρου «όποιος»], στην πράξη πρόκειται για κατ’εξοχήν ανδρικά εγκλήματα, όπως η μονομαχία, η οποία κατά τη συγγραφέα είναι παρωχημένο έγκλημα και πρέπει να καταργηθεί.

Στο τέλος της εισαγωγής παρατίθεται πίνακας με σχηματική ταξινόμηση των εγκλημάτων του Ποινικού Κώδικα που αναφέρουν τον άνδρα ή τη γυναίκα ως δράστη ή θύμα αντίστοιχα.

Η δεύτερη ταξινόμηση των εγκλημάτων σύμφωνα με το φύλο ακολουθείται και ως διάγραμμα στον κύριο κορμό της μελέτης ως ακολούθως:

  • Εγκλήματα σχετικά με την εγκυμοσύνη ή εγκλήματα που επενεργούν στο γυναικείο σώμα πριν, κατά ή μετά τον τοκετό με δράστη ή θύμα (άμεσο ή έμμεσο) τη γυναίκα, όπως: η παιδοκτονία, η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, η σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού και η εγκατάλειψη εγκύου,
  • Εγκλήματα με αποκλειστικό δράστη άνδρα και αποκλειστικό θύμα γυναίκα, όπως: η ακούσια και εκούσια απαγωγή, η απατηλή επίτευξη συνουσίας και η εκμετάλλευση πόρνης (πλην της εγκατάλειψης εγκύου που κατατάσσεται στην προηγούμενη ενότητα των εγκλημάτων που επενεργούν στο γυναικείο σώμα, λόγω της σχέσης της με την εγκυμοσύνη),
  • Εγκλήματα άφυλα που στην πράξη στρέφονται κατ’εξοχήν κατά γυναικών, όπως: η σωματεμπορία και ο βιασμός και
  • Εγκλήματα με αποκλειστικούς δράστες και θύματα άνδρες, όπως: η ασέλγεια παρά φύση.

Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα περισσότερα de iure έμφυλα εγκλήματα είτε είναι αναχρονιστικά, είτε αποπνέουν σεξιστικές αντιλήψεις και ως εκ τούτου κρίνεται σκόπιμη η τροποποίηση και ενδεχομένως η κατάργησή τους.

Στο βιβλίο όπου εντάσσεται και η παρούσα μελέτη επιχειρείται μια συνολική προσέγγιση του προβλήματος της έμφυλης εγκληματικότητας  τόσο από την πλευρά της Εγκληματολογίας, όσο και από την πλευρά του Ποινικού δικαίου και της Αντεγκληματικής πολιτικής. Σκοπός του βιβλίου είναι να δώσει μια πανοπτική εικόνα αυτής της εγκληματικότητας πρώτον σε σχέση  με την αιτιολογία και τη φαινομενολογία της (εγκληματολογική προσέγγιση), δεύτερον σε σχέση με το ποινικό πλαίσιο αντιμετώπισής της (προσέγγιση ποινικού δικαίου) και τρίτον σε σχέση με τις δυνατότητες βελτίωσης του ποινικού πλαισίου (προσέγγιση Αντεγκληματικής πολιτικής).