Τίτλος Δημοσίευσης

Εγκληματικότητα προσφύγων και μεταναστών

Συγγραφέας

Αθανασία Π. Συκιώτου

Δημοσιευμένη έρευνα

Μελέτη δημοσιευμένη στο: Πρόσφυγες και Μετανάστες στην Ελληνική Αγορά Εργασίας, (Πρακτικά ημερίδας που διοργάνωσε το Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών την 13/7/1998 με θέμα «Πρόσφυγες και Μετανάστες στην Ελληνική Αγορά Εργασίας»), Εκδ. ΕΚΕΜ, 2001, σσ.103-114.

Περίληψη

Το παρόν άρθρο αποτελεί δημοσίευση της εισήγησής μου με το ίδιο θέμα στην ημερίδα που διοργάνωσε το Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών στις 13/7/19978 με θέμα «Πρόσφυγες και Μετανάστες στην Ελληνική Αγορά Εργασίας» στο Αμφιθέατρο του Υπουργείου Εξωτερικών.

Μετά από μια σύντομη εισαγωγή στην οποία γίνεται εννοιολογικός διαχωρισμός  του πρόσφυγα από τον μετανάστη διαρθρώνεται η μελέτη σε τέσσερα μέρη. Στο πρώτο μέρος υπό τον τίτλο «Εγκληματοποίηση προσφύγων και μεταναστών» επιχειρείται να δοθεί απάντηση στο ερώτημα ποια είναι η αληθινή έκταση της εγκληματικότητας των προσφύγων και μεταναστών. Διαπιστώνεται ότι στην εγκληματικότητα των αλλοδαπών προσμετράται πολλές φορές  και το αδίκημα της παράνομης εισόδου όταν οι αλλοδαποί παραπέμπονται στα ποινικά δικαστήρια, χωρίς όμως να μπορεί να μετρηθεί αναλυτικά, δεδομένου ότι αυτό το αδίκημα καταγράφεται στην κατηγορία «ειδικοί ποινικοί νόμοι» μαζί  με πληθώρα άλλων αδικημάτων.

Μετά από παράθεση στατιστικών του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης διαπιστώνεται ότι για να μπορέσει να αξιολογηθεί ορθά η στατιστική για την εγκληματικότητα των αλλοδαπών πρέπει να γίνει αναγωγή της αναλογίας των αλλοδαπών στον συνολικό πληθυσμό, προσμετρώντας παράλληλα και την τάση για περισσότερη καταστολή των αλλοδαπών. Περαιτέρω, δεν υπάρχουν αναλυτικά επίσημα στατιστικά στοιχεία για τον διαχωρισμό των αναγνωρισμένων προσφύγων από τους λοιπούς αλλοδαπούς. Κατά συνέπεια, δεν είναι αξιόπιστες οι στατιστικές και δεν μπορούμε να προβούμε σε αξιόπιστη σύγκριση της εγκληματικότητας των ημεδαπών με αυτή των αλλοδαπών.  Ωστόσο, η περιβόητη εγκληματικότητα των αλλοδαπών που διογκώνεται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, δεν φαίνεται να ξεπερνά το 5% του συνόλου των φερομένων ως διαπραχθέντων εγκλημάτων. Από στοιχεία του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες συνάγεται ότι οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες έχουν απασχολήσει ελάχιστα την ελληνική δικαιοσύνη.

Στο δεύτερο μέρος υπό τον τίτλο «Εγκληματικότητα και αγορά εργασίας» τονίζεται ότι η αύξηση της ανεργίας δεν συνδέεται άμεσα με την αύξηση της εισροής αλλοδαπών. Ωστόσο το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η παράνομη απασχόληση η οποία συνεπάγεται, εκτός από την αύξηση του κέρδους της παράνομης αγοράς εργασίας, την έλλειψη ίσων ευκαιριών, τον κοινωνικό αποκλεισμό, αλλά και την εγκληματοποίηση των αλλοδαπών που αποτελούν το εργατικό δυναμικό. Η ίδια η παράνομη διακίνηση αλλοδαπών συνδέεται άμεσα με την παράνομη εργασία, αφού απαιτείται η συναίνεση του διακινουμένου για να εργαστεί αυτός υπό συνθήκες σκλαβιάς για να μπορέσει να αποπληρώσει το κόστος της μεταφοράς του.

Στο τρίτο μέρος, αναπτύσσεται το πρόβλημα της εγκληματικότητας των αλλοδαπών σε σχέση με την ενσωμάτωσή τους στο κράτος υποδοχής. Μετά από αναφορά στην θεωρία του Σέλιν για την σύγκρουση των πολιτισμών, η μελέτη καταλήγει ότι δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά διαθέσιμα στοιχεία για τους μετανάστες δεύτερης γενιάς στην Ελλάδα για να μπορούν να συναχθούν ικανοποιητικά αποτελέσματα.

Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος γίνεται αναφορά στα προληπτικά μέτρα  που θα μπορούσαν να ληφθούν ώστε να μην εκδηλωθεί η παραπάνω «σύγκρουση των πολιτισμών».

Το συμπέρασμα που συνάγεται είναι ότι ο φόβος είναι δυσανάλογα μεγάλος σε σχέση με την πραγματικότητα και πάντως ότι η εγκληματικότητα των αλλοδαπών είναι σε πολύ χαμηλό επίπεδο αν αναλογισθεί κανείς τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας που επιφυλάσσει η ελληνική κοινωνία σε αυτούς.